Allo Mati - Η άλλη ματιά των ειδήσεων
  • Top News
  • Ελλάδα
  • Πολιτική
  • Κοινωνία
  • Κόσμος
  • Αθλητικά
  • Επιστήμη
  • Lifestyle
  • Ελλάδα
No Result
View All Result
  • Top News
  • Ελλάδα
  • Πολιτική
  • Κοινωνία
  • Κόσμος
  • Αθλητικά
  • Επιστήμη
  • Lifestyle
  • Ελλάδα
No Result
View All Result
Άλλο Μάτι
No Result
View All Result

Γερμανία: Ο Σολτς ανακοίνωσε εξοπλισμούς μαμούθ 100 δις ευρώ

NewsRoom by NewsRoom
27 Φεβρουαρίου, 2022
in Κόσμος
0
Γερμανία: Ο Σολτς ανακοίνωσε εξοπλισμούς μαμούθ 100 δις ευρώ

Τη δημιουργία ενός ταμείου εμβέλειας 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για επενδύσεις στον τομέα της άμυνας μετά τις εξελίξεις στην Ουκρανία, ανακοίνωσε ο Όλαφ Σολτς σε ομιλία του στη Bundestag, τροποποιώντας τον προϋπολογισμό του 2022.

«Από εδώ και στο εξής – χρόνο με τον χρόνο – θα επενδύουμε περισσότερο από το 2% του ακαθάριστου εγχώριου προϊόντος στην άμυνά μας. Στόχος είναι μια αποτελεσματική, άκρως σύγχρονη και προοδευτική Bundeswehr (οι γερμανικές ένοπλες δυνάμεις)» ανέφερε ο καγκελάριος.

«Η 24η Φεβρουαρίου 2022 σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής στην ιστορία της ηπείρου μας. Ο κόσμος θα είναι, πλέον, διαφορετικός. Πρέπει να υποστηρίξουμε την Ουκρανία στην ώρα της ανάγκης της», πρόσθεσε ο Σολτς στην ειδική συνεδρίαση της Bundestag.

Αξίζει μάλιστα να σημειωθεί ότι καταχειροκροτήθηκε μετά την ομιλία του, η οποία χαρακτηρίζεται από ξένους αναλυτές ως ιστορική.

«Με την επίθεση στην Ουκρανία, ο Πούτιν ξεκίνησε εν ψυχρώ έναν επιθετικό πόλεμο, για έναν και μόνο λόγο: η ελευθερία των Ουκρανών αμφισβητεί το δικό του καταπιεστικό καθεστώς». Αυτό ήταν απάνθρωπο και αντίθετο με το διεθνές δίκαιο: «Τίποτα και κανείς δεν μπορεί να το δικαιολογήσει», είπε ο Σολτς και απέσπασε χειροκροτήματα από τους βουλευτές.

‼Truly historic moment‼
German Parliament has honoured the fight of Ukraine and all Ukrainians for freedom & their motherland with very very very long standing ovations
Now we look forward to historic political decisions: EU and NATO membership, 🇩🇪Billion Rescue Program for 🇺🇦 pic.twitter.com/OuXixCWSm9

— Andrij Melnyk (@MelnykAndrij) February 27, 2022

«Δεν υπήρχε άλλη δυνατή απάντηση στην επιθετικότητα του Πούτιν», πρόσθεσε, αναφερόμενος στην αποστολή γερμανικών όπλων στην Ουκρανία.

«Ο Πούτιν επέλεξε αυτόν τον πόλεμο, όχι ο ρωσικός λαός, επομένως πρέπει να δούμε ξεκάθαρα ότι αυτός είναι ο πόλεμος του Πούτιν», είπε ο καγκελάριος.  «Πολύ σύντομα, η ηγεσία της Ρωσίας θα αισθανθεί το υψηλό τίμημα που θα κληθεί να πληρώσει» είπε σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο Σολτς, προσθέτοντας, πάντως, πως «δεν θα αρνηθούμε τον διάλογο με τη Ρωσία».

«Με την εισβολή στην Ουκρανία, ο Πούτιν δεν θέλει απλώς να εξαλείψει μια χώρα από τον παγκόσμιο χάρτη. Καταστρέφει την ευρωπαϊκή δομή ασφάλειας που είχαμε από το Ελσίνκι», είπε ο Σολτς και συνέχισε: «Δεν είμαστε μόνοι που υπερασπιζόμαστε την ειρήνη».

«Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία σηματοδοτεί ένα σημείο καμπής. Απειλεί ολόκληρη τη μεταπολεμική τάξη μας. Σε αυτήν την κατάσταση, είναι καθήκον μας να υποστηρίξουμε την Ουκρανία στο μέγιστο των δυνατοτήτων μας, να αμυνθούμε ενάντια στον στρατό εισβολής του Βλαντιμίρ Πούτιν. Η Γερμανία στέκεται στενά στο πλευρό της Ουκρανίας», πρόσθεσε ο Σολτς.

Θυμίζεται πως το Σάββατο, η γερμανική κυβέρνηση ανακοίνωσε την απόφασή της να παράσχει 1.000 αντιαρματικά όπλα και 500 πυραύλους εδάφους-αέρος στην Ουκρανία το συντομότερο δυνατό.

Ο αρχηγός του CDU επαινεί τον Σολτς: “Αυτόν τον δρόμο θα τον πάμε μαζί”

«Θα περπατήσουμε αυτόν τον δρόμο μαζί σας», δήλωσε ο αρχηγός του Χριστιανοδημοκρατικού Κόμματος (CDU) Φρίντριχ Μερτς, υποσχόμενος στην κυβέρνηση στήριξη στην προσπάθεια ενίσχυσης των γερμανικών ενόπλων δυνάμεων.

«Το CDU στηρίζει την πολιτική του Όλαφ Σολτς για την ενίσχυση των ενόπλων δυνάμεων (…) δεν υπάρχει εδώ χώρος για κομματική πολιτική», δήλωσε ο κ. Μερτς, αναφερόμενος στην εξαγγελία του καγκελάριου για τη δημιουργία ειδικού ταμείου 100 δισεκατομμυρίων ευρώ για τις ένοπλες δυνάμεις της χώρας κατά τη διάρκεια της έκτακτης συνεδρίασης της Bundestag για τον πόλεμο στην Ουκρανία. «Αυτή είναι η ιστορική πρόκληση της θητείας σας», πρόσθεσε ο κ. Μερτς απευθυνόμενος στον Όλαφ Σολτς και συμφώνησε ότι η Γερμανία «πρέπει να επανεξετάσει τα συμφέροντά της σε αυτόν τον κόσμο». Η Bundeswehr δεν είναι αυτή τη στιγμή σε θέση να υπερασπιστεί επαρκώς τον εαυτό της και είμαστε όλοι συνυπεύθυνοι για αυτό, συνέχισε ο χριστιανοδημοκράτης πολιτικός, επισημαίνοντας ταυτόχρονα ότι αυτή η πολιτική πρέπει να εφαρμοστεί «όχι φορτώνοντας νέα βάρη στη νέα γενιά».

Αναφερόμενος στην Ουκρανία, ο Φρίντριχ Μερτς δήλωσε «ντροπιασμένος» και «θλιμμένος» επειδή «δεν μπορέσαμε να βοηθήσουμε νωρίτερα» και εξέφρασε τον σεβασμό του για τον Ουκρανό πρόεδρο Βολοντίμιρ Ζελένσκι. Υπεύθυνη για όλα είναι η ρωσική κυβέρνηση, «αλλά και σε δεύτερο επίπεδο κάποιοι άλλοι, “φίλοι των Ρώσων”, ακόμη και στη Γερμανία», δήλωσε, υπονοώντας και τον πρώην καγκελάριο Γκέρχαρντ Σρέντερ, ο οποίος εργάζεται πλέον για τους ρωσικούς ενεργειακούς κολοσσούς.

Ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας μετά τον Β΄ΠΠ

Σ΄ αυτό το σημείο καλό θα είναι να δούμε την πολύ ενδιαφέρουσα ανάλυση και άκρως επίκαιρη σήμερα, της κας Κωνσταντίνας Ε. Μπότσιου, Αναπληρώτρια Καθηγήτρια Σύγχρονης Ιστορίας στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Διεθνών Σχέσεων του Πανεπιστημίου Πελοποννήσου για τους επανεξοπλισμούς της Γερμανίας μετά τον Β΄ΠΠ που δημοσιεύθηκε το 2013, στην “Καθημερινή”.

Ο επανεξοπλισμός της Γερμανίας

Δέκα χρόνια μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, τα δύο κράτη που είχαν προκύψει από τη διαίρεση της Γερμανίας επανεξοπλίστηκαν. Η μεν (δυτική) Ομοσπονδιακή Δημοκρατία μέσω της ένταξής της στο ΝΑΤΟ (1955), η δε (ανατολική) Λαϊκή Δημοκρατία με τη συμμετοχή της στο νεότευκτο Σύμφωνο της Βαρσοβίας (1956). Καταρρίφθηκε τότε ένα θεμελιώδες αξίωμα των νικητών του πολέμου. Ο αφοπλισμός προσδιορίστηκε στη Διάσκεψη του Πότσνταμ (Ιούλιος-Αύγουστος 1945) ως προϋπόθεση για την αναμόρφωση της Γερμανίας, το πρώτο από τα περίφημα τέσσερα «Ds»: αφοπλισμός (Disarmament), αποναζιστοποίηση (Denazification), εκδημοκρατισμός (Democratisation), αποκέντρωση (Decentralization). Αποφασίστηκε μάλιστα η καταστροφή όχι μόνον του στρατιωτικού υλικού, αλλά και των υποστηρικτικών βιομηχανικών υποδομών, πλην ελαχίστων που θα εξασφάλιζαν απλώς ένα ικανοποιητικό επίπεδο διαβίωσης. Η συμμαχική πολιτική ανατράπηκε άρδην από τη μεταπολεμική πραγματικότητα. Σε συνθήκες ριζικής αποβιομηχάνισης, η Γερμανία αδυνατούσε να σιτίσει τον πληθυσμό της, που περιελάμβανε πάνω από δέκα εκατομμύρια πρόσφυγες από εδάφη δοσμένα πλέον στην Πολωνία και την ΕΣΣΔ. Η παράλυση της Γερμανίας εμπόδιζε την ανασυγκρότηση και της υπόλοιπης Ευρώπης εξαιτίας της κομβικής της θέσης στον ηπειρωτικό πλουτοπαραγωγικό και βιομηχανικό ιστό. Την πρώτη αναθεώρηση πολιτικής αποτέλεσε τον Σεπτέμβριο του 1946 η επίσημη αποκήρυξη του σχεδίου Μοργκεντάου περί εξαγροτισμού της Γερμανίας από τον Αμερικανό υπουργό Εξωτερικών Τζέιμς Μπερνς (ομιλία της Στουτγάρδης). Την επόμενη τομή προκάλεσε η συμπερίληψη της Γερμανίας στο σχέδιο Μάρσαλ (1947-48). Ο σοβιετικός αποκλεισμός του Βερολίνου (1948-49) και η συνακόλουθη ίδρυση των δύο γερμανικών κρατών (1949) άνοιξαν τον δρόμο για την οικονομική ενδυνάμωση του «δυτικού» κράτους – οι Σοβιετικοί ακολούθησαν πιο αδιάλλακτη πολιτική κατοχής και αποζημιώσεων στην ανατολική ζώνη. Η γερμανική αποβιομηχάνιση τερματίστηκε το 1951, όταν η Ευρωπαϊκή Κοινότητα Άνθρακα και Χάλυβα (ΕΚΑΧ) επέβαλε ευρωπαϊκό υπερεθνικό έλεγχο στις βιομηχανικές –και στρατιωτικές– πρώτες ύλες των «Έξι».

Ο Ψυχρός Πόλεμος και το «Σχέδιο Πλεβέν»

Το «πράσινο φως» για την αποκατάσταση της βιομηχανικής παραγωγής δόθηκε εν μέσω της διαπραγμάτευσης για τη συγκρότηση ευρωπαϊκού στρατού με γερμανική συμμετοχή. Η Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα (ΕΑΚ) προτάθηκε από τη Γαλλία διά στόματος του πρωθυπουργού Ρενέ Πλεβέν στις 24 Οκτωβρίου 1950, λίγους μήνες μετά την πρόταση του Γάλλου υπουργού Εξωτερικών Ρομπέρ Σουμάν για τη συγκρότηση της ΕΚΑΧ (9 Μαΐου 1950). Η Συνθήκη που υπεγράφη από τα έξι μέλη της ΕΚΑΧ (Γαλλία, Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, Ιταλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο) στις 27 Μαΐου 1952 περιόριζε εμφανώς τη γερμανική πλευρά: αποκλεισμό από τις ανώτερες στρατιωτικές βαθμίδες, στέρηση Γενικού Επιτελείου, στρατιωτική ολοκλήρωση μόνο σε επίπεδο Συντάγματος, δυνατότητα σύνδεσης αλλά όχι ένταξης στο ΝΑΤΟ.

Οι γαλλικές πρωτοβουλίες για την ΕΚΑΧ και την ΕΑΚ, που καθόρισαν την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, απέρρεαν από το μέτωπο του Ψυχρού Πολέμου. Η έκρηξη του Πολέμου της Κορέας τον Ιούνιο του 1950 πυροδότησε, στη λογική της αποτελεσματικότερης ευρωπαϊκής «αυτοάμυνας», τη διεύρυνση του ΝΑΤΟ προς χώρες εκτεθειμένες, ικανές να συμβάλουν με στρατεύματα υψηλής αποτρεπτικής και αμυντικής αξίας. Άνοιξε η διαβούλευση για την Ελλάδα, την Τουρκία και την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας, αλλά μόνον οι δύο πρώτες εντάχθηκαν στο ΝΑΤΟ, το 1952.

Η πρόταση για την ΕΑΚ αποσκοπούσε εν πολλοίς να αποτρέψει τον γερμανικό επανεξοπλισμό μέσα από σχήματα αμερικανικής ή βρετανικής κοπής, όπου η Γαλλία θα ασκούσε μικρή επιρροή. Η Συμβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης είχε ήδη εγκρίνει πρόταση του Ουίνστον Τσώρτσιλ για γερμανική συμμετοχή σε έναν ευρωπαϊκό στρατό συνδεδεμένο με το ΝΑΤΟ (12 Αυγούστου 1950). Η αμερικανική πρόταση επανεξοπλισμού μέσω ΝΑΤΟ αναμενόταν να εγκριθεί επί της αρχής από το συμμαχικό Συμβούλιο Υπουργών στις 18 Οκτωβρίου 1950. Σε περίπτωση γαλλικής ένστασης, προβλεπόταν εναλλακτικά η ενσωμάτωση γερμανικών δυνάμεων στα αμερικανικά στρατεύματα που έδρευαν στο γερμανικό έδαφος. Για να προλάβει τις εξελίξεις, στις 15 Οκτωβρίου 1950 ο Ρομπέρ Σουμάν προανήγγειλε στους Αμερικανούς την πρόταση Πλεβέν για την Ευρωπαϊκή Αμυντική Κοινότητα, που επισημοποιήθηκε εννέα μέρες αργότερα.

Οι Γάλλοι κατανόησαν κατ’ αρχήν το αδήριτο του επανεξοπλισμού της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας. Ο Πόλεμος της Κορέας επιβεβαίωνε την κλιμάκωση του Ψυχρού Πολέμου, που σηματοδότησαν ήδη το 1949 η εγκαθίδρυση Λαϊκής Δημοκρατίας στην Κίνα (Οκτώβριος 1949) και η έκρηξη της πρώτης σοβιετικής ατομικής βόμβας (Αύγουστος 1949). Παρότι οι ίδιες οι ΗΠΑ δεν ήταν άμεσα ευάλωτες στη σοβιετική συμβατική και πυρηνική απειλή -έως την ανάπτυξη σοβιετικών διηπειρωτικών πυραύλων το 1957- επιτεινόταν η αδυναμία της Δυτικής Ευρώπης έναντι του Κόκκινου Στρατού, ιδιαίτερα ενόψει πιθανής απόσπασης αμερικανικών δυνάμεων σε άλλα μέτωπα. Σε αυτές τις συνθήκες, η Γαλλία αναγνώριζε ότι οι εταίροι της θα αποδέχονταν, με ορισμένες προϋποθέσεις, το μέχρι πρότινος αδιανόητο: τον επανεξοπλισμό των Γερμανών. Ο Ψυχρός Πόλεμος επισκίαζε τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο.

Το «Σχέδιο Πλεβέν» κέρδισε την υποστήριξη των Αμερικανών, των Βρετανών και των Γερμανών. Ο Γερμανός καγκελάριος Κόνραντ Αντενάουερ αποδέχθηκε τους γαλλικούς όρους, πεπεισμένος ότι ο επανεξοπλισμός διευκόλυνε την ανάκτηση εθνικής κυριαρχίας. Επέμεινε, παρά τη σφοδρή αντίδραση αντιπολίτευσης, συμπολίτευσης και ενός δυναμικού αντιπολεμικού λαϊκού κινήματος που αυτοπροσδιορίστηκε από το σύνθημα «Χωρίς εμένα» («Ohne mich»).

Ωστόσο, η Συνθήκη για την ΕΑΚ ναυάγησε στην ίδια τη Γαλλία το 1954. Βασική αιτία ήταν η αίσθηση αδυναμίας που καλλιέργησαν στο Παρίσι αφενός ο πυρηνικός σχεδιασμός των ΗΠΑ, αφετέρου η αποαποικιοποίηση. Παράλληλα με τη διαδικασία κύρωσης της ΕΑΚ (1952-54), ωρίμασε στη Γαλλία η ιδέα της ανάπτυξης εθνικής πυρηνικής δύναμης. Στόχος ήταν να εξισορροπηθεί η μείωση της αμερικανικής πυρηνικής αξιοπιστίας αφότου η Ουάσιγκτον υιοθέτησε, στον απόηχο του Πολέμου της Κορέας, το δόγμα των «μαζικών αντιποίνων» (1954). Ήταν άδηλο αν οι ΗΠΑ υπολόγιζαν την Ευρώπη στα εδάφη «ζωτικού συμφέροντος», τα οποία ήταν διατεθειμένες να προστατεύσουν με μαζική χρήση πυρηνικών όπλων. Οι πρωτοβουλίες για την ύφεση μετά τον θάνατο του Στάλιν (Μάρτιος 1953) γεννούσαν επιπλέον αμφιβολίες για το εάν η Ουάσιγκτον θα θυσίαζε την αμερικανοσοβιετική ισορροπία χάριν της δυτικοευρωπαϊκής άμυνας. Η Γαλλία επηρεάστηκε, επίσης, από τη συντριπτική ήττα της στην Ινδοκίνα (Μάιος 1954). Μοναδικό αξιόπιστο αντίβαρο στην απώλεια αποικιακής ισχύος θεωρήθηκε τότε η απόκτηση ατομικών όπλων. Με πληγωμένο εθνικό κύρος, η γαλλική Εθνοσυνέλευση καταψήφισε τελικά τη Συνθήκη για την ΕΑΚ τον Αύγουστο του 1954.

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία στο ΝΑΤΟ

Η απόρριψη της ΕΑΚ -«μια μαύρη μέρα για την Ευρώπη» κατά τον Αντενάουερ- ανάγκασε τη Γαλλία να αποδεχθεί την ένταξη της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στο ΝΑΤΟ στις 24 Οκτωβρίου 1954 (σε ισχύ από 6 Μαΐου 1955). Βάσει κοινής αμερικανοβρετανικής πρωτοβουλίας, το Σύμφωνο των Βρυξελλών του 1948 (Βρετανία, Γαλλία, Βέλγιο, Ολλανδία, Λουξεμβούργο) διευρύνθηκε σε Δυτικοευρωπαϊκή Ένωση (ΔΕΕ) με την προσχώρηση της Ιταλίας και της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Για να καθησυχάσει τους Γάλλους έναντι του γερμανικού στρατού, ο Αμερικανός πρόεδρος Ντουάιτ Αϊζενχάουερ ενέκρινε την πρόσδεση της ΔΕΕ στη ρήτρα συλλογικής ασφάλειας του ΝΑΤΟ. Για τον ίδιο σκοπό διατηρήθηκαν ισχυρά αμερικανικά και βρετανικά στρατεύματα στη Δυτική Ευρώπη.

Μία νέα σύμβαση τερμάτισε το καθεστώς κατοχής εκχωρώντας σημαντικό μερίδιο εθνικής κυριαρχίας στη Βόννη. Σε αντάλλαγμα, η γερμανική πλευρά παραιτήθηκε επισήμως από την παραγωγή ατομικών, βιολογικών και χημικών όπλων και δεσμεύθηκε να επιδιώξει την επανένωση της Γερμανίας μόνο με ειρηνικά μέσα. Παράπλευρη ωφέλεια για την Ομοσπονδιακή Δημοκρατία αποτέλεσε η ενσωμάτωση της περιοχής του Σάαρ από την 1η Ιανουαρίου 1957.

Ο γερμανικός στρατός συγκροτήθηκε βραδύτερα και σε μικρότερη έκταση από το προβλεπόμενο των 12 μεραρχιών με 560.000 άνδρες. Καθοριστικό ρόλο έπαιξαν οι μεταβολές της πυρηνικής στρατηγικής του ΝΑΤΟ. Κατ’ αρχάς, το δόγμα των μαζικών αντιποίνων περιχαράκωσε την αξία των συμβατικών δυνάμεων σε αμυντικούς κυρίως στόχους, ενώ παρέμεινε χαμηλή η γερμανική επιρροή στο κύριο επιθετικό μέσο, τα πυρηνικά. Λόγω της ρήξης Γαλλίας – ΗΠΑ στη συνέχεια (1958-1967), το στρατηγικό δόγμα του ΝΑΤΟ, άρα και οι επιμέρους εθνικές στρατιωτικές υποχρεώσεις των μελών του, παρέμειναν επί μακρόν σε εκκρεμότητα. Η αξία των συμβατικών δυνάμεων αναβαθμίστηκε όταν η αποχώρηση της Γαλλίας από το στρατιωτικό σκέλος της Συμμαχίας (1966) επέτρεψε την υιοθέτηση του δόγματος της ευέλικτης ή κλιμακωτής ανταπόδοσης (flexible response), το 1967.

Στο μεταξύ όμως, είχε εμπεδωθεί η γαλλογερμανική συνεννόηση, κυρίως λόγω της πολιτικής του Γάλλου προέδρου Σαρλ Ντε Γκωλ για μια πολυμερή γαλλοκεντρική ευρωπαϊκή άμυνα εκτός ΝΑΤΟ, που οδήγησε στη γαλλογερμανική Συνθήκη των Ηλυσίων, στις 22 Ιανουαρίου 1963. Όχι τυχαία, η Συνθήκη συνομολογήθηκε οκτώ ημέρες μετά την απόρριψη της βρετανικής αίτησης για ένταξη στην ΕΟΚ και ένα μήνα ακριβώς μετά τη Συμφωνία του Νασσάου για την ανάπτυξη κοινού αμερικανοβρετανικού πυρηνικού προγράμματος. Τη γαλλογερμανική συναίνεση ενθάρρυναν εκατέρωθεν δυσαρέσκειες έναντι των ΗΠΑ. Τον μεν Ντε Γκωλ είχε αποξενώσει η απροθυμία της Ουάσιγκτον να διαβουλευθεί με τους νατοϊκούς εταίρους της κατά την κρίση της Κούβας (Οκτώβριος 1962), τον δε Αντενάουερ η συγκαταβατική αμερικανική αντίδραση στην ανέγερση του Τείχους του Βερολίνου (Αύγουστος 1961).

Γαλλογερμανική συνεργασία και Ευρωπαϊκές Κοινότητες

Η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας δεν ακολούθησε τη Γαλλία στη ρήξη με τις ΗΠΑ. Η σταθερή συμμετοχή στο ΝΑΤΟ αποτελούσε προϋπόθεση υλοποίησης των εθνικών γερμανικών στόχων. Βόννη και Παρίσι ταυτίζονταν, όμως, στην εκτίμηση ότι, σε περίπτωση «εγκατάλειψης» από τις ΗΠΑ, οι Ευρωπαίοι όφειλαν να διαθέτουν επαρκή αυτόνομη αμυντική ικανότητα.

Το ζήτημα του επανεξοπλισμού της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας, που δέσποσε στην ευρωπαϊκή πολιτική της δεκαετίας του 1950, αναβάθμισε τη γαλλο-γερμανική συνεργασία. Παρότι τελικά έτυχε «ατλαντικής» λύσης, καθόρισε έμμεσα τη σύσταση των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων ως σχηματισμού με κεντροευρωπαϊκή νοοτροπία. Ζωτικής σημασίας ήταν ο αποκλεισμός της Βρετανίας στην κρίσιμη περίοδο διαμόρφωσης, αρχικά αυτοβούλως, αργότερα από τον Ντε Γκωλ – με τη μομφή περί «Δούρειου Ίππου» των ΗΠΑ. Συνεργαζόμενοι με τη Γαλλία, χωρίς φόβο για την αιρετική της στάση, οι Γερμανοί κέρδισαν την απαραίτητη εμπιστοσύνη για να συνομιλούν μαζί της επί ίσοις όροις σε ευρωπαϊκά ζητήματα. Από την άλλη πλευρά, παραχωρώντας εθνική κυριαρχία στη γείτονά της, η Γαλλία διεκδίκησε με επιτυχία τον ρόλο «πρώτου μεταξύ ίσων» στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ρόλο που η Βρετανία δεν επέτυχε να διαδραματίσει και η Γερμανία δεν δικαιούνταν να διεκδικήσει.

Δήλωση Ουίνστον Τσώρτσιλ: “Η Γερμανία πρέπει να βομβαρδίζεται κάθε 50 χρόνια. Δεν έχει σημασία να ξέρεις το λόγο. Τον ξέρουν αυτοί”. “!

Φωτογραφία ΑΡΧΕΙΟΥ (ΑΠΕ - ΜΠΕ)

Η Ευρωπαϊκή Ένωση κινδυνεύει με κατάρρευση, σύμφωνα με τα λεγόμενα πολλών αναλυτών, λόγω της στάσης ηγετών της της και στον σημερινό πόλεμο Ρωσίας – Ουκρανίας καθόσον δεν αποκλείεται και η Ευρωπαϊκή Ένωση να δεχτεί ισχυρό πλήγμα. Την ώρα που ενεργοί πολιτικοί εξ Αμερικής όπως ο Ντόναλντ Τραμπ χαρακτηρίζουν το ΝΑΤΟ παρωχημένο οργανισμό…

Συμπέρασμα; Έχουμε αρχίσει να εισερχόμαστε σε μία ιστορική περίοδο ανατροπών, σε μία περίοδο που το στάτους κβο όπως το γνωρίσαμε μετά τον Β΄ΠΠ αρχίζει να αλλάζει.

Το αποτέλεσμα είναι υψηλή αβεβαιότητα, αστάθεια και ανασφάλεια η οποία μπορεί να πάρει τεκτονικές διαστάσεις αν λαϊκιστές και ξενοφοβικοί στην Ολλανδία, τη Γαλλία, τη Γερμανία και την Ιταλία, ενισχυθούν σε βαθμό που θα προκαλέσουν ανατροπές στις σημερινές ισορροπίες εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Τυχόν νέο δόγμα Τραμπ, το οποίο θα ανατρέπει συμμαχίες και γεωστρατηγικές ισορροπίες που δημιουργήθηκαν μετά τον Β΄ΠΠ, καθιστά, όπως γίνεται πλέον αντιληπτό, την αποτροπή των οποιονδήποτε τριγμών στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Καθιστά απαραίτητη τη συνοχή, την εμβάθυνση της ένωσης, την ανάληψη πρωτοβουλιών και μεγαλύτερης δράσης στην εξωτερική πολιτική και την άμυνα.

Όμως, για να συμβεί αυτό, για να συναινέσουν οι λαοί και οι κυβερνήσεις της Ευρώπης, θα πρέπει η Ευρωπαϊκή Ένωση να πάψει να είναι ένα δημιούργημα που εξυπηρετεί τα συμφέροντα της Γερμανίας σε βάρος των άλλων χωρών.

Το ζήτημα είναι αν η γερμανική αλαζονεία επιτρέπει στη σημερινή της ηγεσία να αντιληφθεί ότι το ευρωπαϊκό οικοδόμημα για να επιβιώσει χρειάζεται μεταρρυθμίσεις, παραχωρήσεις από τους πλέον ισχυρούς και αναδιοργάνωση που θα επιτρέπει και στις υπόλοιπες χώρες, εκτός από τη Γερμανία και ορισμένους δορυφόρους, να επωφεληθούν από την Ένωση.

Που σημαίνει ότι το μεγάλο ερώτημα είναι αν η Ευρωπαϊκή Ένωση από μία ατελής Ένωση, που στηρίχτηκε σε υπέρμετρο βαθμό στο στοιχείο της αλληλεγγύης, μπορεί να αποκτήσει εκείνες τις δομές και λειτουργίες που θα την καταστήσουν ολοκληρωμένη Ένωση, όπως είναι για παράδειγμα οι ΗΠΑ ή ακόμα και η ίδια η Γερμανία, στην οποία επιτρέπεται η μεταφορά πόρων ανάμεσα στα κρατίδια, πράγμα που απαγορεύεται μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.

Θα συναινέσει η Γερμανία; Θα δεχτεί να αναλάβει το ιστορικό βάρος που της αναλογεί; Αν ναι, υπάρχουν ελπίδες του Ευρωπαϊκό οικοδόμημα να αντέξει την πρόκληση της ιστορίας.

Θα αντιδράσει η Γερμανία και θα επιδιώξει μία Ευρωπαϊκή Ένωση με γερμανική ηγεμονία και τις άλλες χώρες υποταγμένες στα γερμανικά συμφέροντα; Η Ευρωπαϊκή Ένωση θα διαλυθεί στα εξ ων συνετέθη με ότι αυτό συνεπάγεται για μία ήπειρο που το παρελθόν της βρίθει από αιματοβαμμένους και πολύνεκρους πολέμους.

Για άλλη μία φορά το μέλλον της Ευρώπης το κρατούν οι Γερμανοί στα χέρια τους και ελπίζουμε να μην επιβεβαιωθεί ο Ουίνστον Τσώρτσιλ που είπε πως “η Γερμανία πρέπει να βομβαρδίζεται κάθε πενήντα χρόνια. Δεν έχει σημασία να ξέρεις το λόγο. Τον ξέρουν αυτοί”.

Και κάποιοι Ευρωπαίοι πολιτικοί σήμερα κάνουν ότι μπορούν να επιβεβαιώσουν τον Τσώρτσιλ…



Πηγή fantomas.gr

Previous Post

Ζελένσκι: Συμφωνήσαμε για συνάντηση με τους Ρώσους στα σύνορα Λευκορωσίας – Ουκρανίας

Next Post

Η Μις Ουκρανία αφήνει τις πασαρέλες και πηγαίνει στον πόλεμο κατά της Ρωσίας

NewsRoom

NewsRoom

Next Post
Η Μις Ουκρανία αφήνει τις πασαρέλες και πηγαίνει στον πόλεμο κατά της Ρωσίας

Η Μις Ουκρανία αφήνει τις πασαρέλες και πηγαίνει στον πόλεμο κατά της Ρωσίας

Αφήστε μια απάντηση Ακύρωση απάντησης

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Άλλο Μάτι - Η άλλη ματιά των ειδήσεων!

  • Top News
  • Ελλάδα
  • Πολιτική
  • Κοινωνία
  • Κόσμος
  • Αθλητικά
  • Επιστήμη
  • Lifestyle
  • Ελλάδα

© 2021 Allo Mati - Η άλλη ματιά των ειδήσεων Allomati.com.

No Result
View All Result
  • Top News
  • Ελλάδα
  • Πολιτική
  • Κοινωνία
  • Κόσμος
  • Αθλητικά
  • Επιστήμη
  • Lifestyle
  • Ελλάδα

© 2021 Allo Mati - Η άλλη ματιά των ειδήσεων Allomati.com.